Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

4η Ανθολογία της Ε.Ε.Λ.Σ.Π.Η. -Εκδόσεις ΖΗΤΗ, Θεσσαλονίκη 2009

Κριτική για λογαριασμό της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων(ΕΕΛΣΠΗ) από την Ελευθερία Μπέλμπα - γραμματέας της ΕΛΣΠΗ - και αφιερώνεται στην ΟΔΕΓ.
Η «4η Ανθολογία της Ε.Ε.Λ.Σ.Π.Η.» είναι μια έκδοση που επιχορηγήθηκε από το Κοινωφελές Ίδρυμα Ωνάση και περικλείει αποσπάσματα των έργων Ελλήνων αποδήμων και κατοίκων της χώρας που συγκαταλέγονται στη δημιουργική ομάδα της λογοτεχνικής αυτής ένωσης, της Ε.Ε.Λ.Σ.Π.Η....
Μια προσεκτική διείσδυση στο έργο αυτό μας επιτρέπει να διακρίνουμε πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία που σχετίζονται με το ύφος, τα θέματα, τις ιδέες και τη μορφή των κειμένων, ενώ αναδεικνύεται η σημασία της ελληνικότητας με γνώμονα κοινά σχήματα, ιδεολογικά και αισθητικά. Συγκεκριμένα ο Γιώργος Αβράς («Οι Μακεδονομάχοι») καταθέτει τη βαρύτητα των εθνικών πιστεύω μέσα από μια προσωπική διήγηση που στηρίζεται στο ιστορικό παρελθόν της οικογένειάς του, μεταφέροντας το πλάνο στο Κιλκίς που ήταν καταφύγιο Βουλγάρων Κομιτατζήδων κι επίσης στους αγώνες του σώματος των φιλελλήνων Γαριβαλδινών.
Εξάλλου ο Χρήστος Αγγελής στο διήγημά του, «Οδύσσεια του βάθους»,μέσα από παραστατικές γραφικές εικόνες της ελληνικής υπαίθρου σχηματοποιεί το χαρακτήρα του Λάμπρου, ενός θρησκευόμενου αγρότη που στρέφεται στη λύση της μετανάστευσης στο εξωτερικό, για να επιβιώσει, αφού το οικονομικό αδιέξοδο είναι αναντίρρητη πραγματικότητα για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η Ντίνα Αμανατίδου στα αφηγήματά της («Ο σπόρος της ειρήνης» και «Η θυσία»)εστιάζει σε έννοιες, όπως η συναδέλφωση ανάμεσα στους λαούς (Έλληνες και Τούρκους) και την ξενιτιά. Στα ποιήματά της κυριαρχούν οι εθνικές αξίες, η σημασία της στέρησης της πατρίδας, ένας σκεπτικισμός σχετικά με την ειλικρίνεια των διαπροσωπικών σχέσεων, η συναίσθηση της βιωματικής μοναξιάς και η ελπίδα για ηθική προαγωγή στον κόσμο.
Αποσπάσματα των ποιημάτων της Έρμας Βασιλείου μας κατευθύνουν σε λυρικούς συσχετισμούς αναφορικά με τον υπαρξιακό προορισμό του ατόμου, την ενδοσκόπηση του δημιουργού, συμβολισμούς που παραπέμπουν στη σκοπιμότητα της τέχνης και την ιδεολογική αξία του λόγου. Στο απόσπασμα απ’ το μυθιστόρημα της Αγγελικής Βόλλνερ- Μαραγκουδάκη, «Σαν ένα παραμύθι», παρατηρείται η έμφαση στους άρρηκτους δεσμούς των Ελλήνων στη Σάμο κάτω απ’ τις αντίξοες συνθήκες της γερμανικής κατοχής. Στα ποιήματά της σηματοδοτούνται σημασίες, όπως η μνήμη, ο απολογισμός της ζωής, η συνείδηση του θανάτου.
Στα αφηγήματα του Ιακώβου Γαριβάλδη, «Αναζητώντας τον Πατέρα…», «Και το χάδι της μητέρας», ενδεικτικός είναι ο εξομολογητικός τόνος, οι αναμνήσεις από το αστείρευτο ελληνικό τοπίο, η φτώχεια, το διέξοδο της ξενιτιάς, με επίκεντρο τους συνεκτικούς δεσμούς με τους γονείς, τρυφερές φιγούρες που αντανακλούν τη φροντίδα, τη συμπαράσταση, τη στήριξη και τη θυσία. Το διήγημα του Άγγελου Γόντικα, «Βύρωνας και Αντιγόνη» , αποτελεί μια ιστορία αγάπης που αποδεικνύει πόσο πολύ μπορεί να μεταμορφώσει ο έρωτας τον άνθρωπο. Στο διήγημα της Θάλειας Contineo, «Η Φανούλα εκδρομή στο σπήλαιο Μααρά», πρωτοστατούν οι παιδικές προσδοκίες για έναν πιο ανθρώπινο κόσμο. Στα ποιήματα της ίδιας διαφαίνονται η νοσταλγία της πατρίδας, το ειδυλλιακό της τοπίο, η αξία της προσφοράς και τα υψηλά ιδεώδη.
Τα ποιητικά και πεζά κείμενα του Σπύρου Δαρσινού συσσωρεύουν το σύστημα ιδεών του, που αφορά μια φιλοσοφική οπτική της ζωής, διευρυμένη, σχετικά με τις πηγές της υπαρξιακής εμπειρίας του ανθρώπου, την ανάμνηση, την αυτοκριτική, τη μοναξιά, τα πανανθρώπινα ιδεώδη, τον ουμανισμό και μεταφυσικούς προβληματισμούς. Εξάλλου το αφήγημα του Στράτου Δουκάκη, «Ο ήχος της ψυχής και της σκέψης μου», αποτυπώνει ευκρινώς την αντίληψη του γράφοντος για την εμπειρία της δημιουργίας, τη συναίσθηση της απομάκρυνσης από την πατρίδα και του συνδέσμου με τις ρίζες, την ενδοσκόπηση του σκεπτόμενου ανθρώπου και την αναγκαιότητά της για τη διερεύνηση του οντολογικού προορισμού του.
Επιπρόσθετα ο Κώστας Δουρίδας, μέσα από τα ποιήματά του (1963- 1967) αναβιώνει την εποχή της νεανικής αβεβαιότητας, τότε που συμπλήρωνε τη στρατιωτική του θητεία, συνεπώς την ανασφάλεια, εξαιτίας του Κυπριακού ζητήματος και του ενδεχόμενου πολέμου με τους Τούρκους: έκδηλη η συνείδηση της απειλής του θανάτου, η ματαιότητα των εφήμερων προνομίων, το αδιέξοδο της ύπαρξης μπροστά στο αδιευκρίνιστο μέλλον και η απόγνωση μπροστά στις αντικειμενικές συνθήκες. Η Στέλλα Ζαμπούρου- Φόλλεντερ στα κείμενά της, «Λευτεριά και δέσμευση» και «Το τσάι», παραπέμπει αφενός στη δυνατότητα του Έλληνα να διαχειρίζεται την ελευθερία και να υπηρετεί τις ιδέες του, αφετέρου στη ζωή που χάνει την αξία της, ενώ στα ποιήματά της, μέσα από την αλληγορική διατύπωση, υποδεικνύει την αξία του ανθρωπισμού, της αυτοκριτικής και της αλληλεγγύης.
Στα κείμενα του Δημήτρη Ζαχαρόπουλου πιστοποιείται η συνένωση του σύγχρονου ελληνισμού με την παράδοση, η νοσταλγική διάθεση, τα διαχρονικά ιδεώδη που αξιοποιούνται και σήμερα. Στα ποιήματά της η Ρούλα Ιωαννίδου- Σταύρου, από την Κύπρο, πραγματεύεται το θέμα της ξενιτιάς μέσα από το μοτίβο της εξακολουθητικής ανάμνησης της πατρίδας, ενώ στο «Διάλογο με έναν Αγνοούμενο» εστιάζει στην απόγνωση της γυναίκας που μάταια αναζητά την παρουσία του πατέρα του παιδιού της που χάθηκε στον Κυπριακό αγώνα.
Στα ποιήματα του Τεντ Καψάλη ενδεικτική είναι η κλασική φόρμα [χρησιμοποιεί μέτρο και ομοιοκαταληξία], ενώ ο ελληνισμός αποδίδεται μέσα από τα διαχρονικά ιδεώδη, την τοπιογραφία, την καταφυγή στο παρελθόν και τελικά την ερμηνεία της αποδημίας. Στην πεζογραφία της Βάνας Κοντομέρκου διαπιστώνεται η έμφαση στη διεξοδική περιγραφή του τοπίου συνάμα με τη βιωματική μοναξιά, το θέμα της ερωτικής συνύπαρξης και τις προσδοκίες που ικανοποιεί αυτή για κάθε πλευρά, όλα ειδωμένα στο πλαίσιο της ξενιτιάς.
Στα πεζά αποσπάσματα του Βασίλη Κουτουζή αναφαίνονται παραστάσεις από τη ζωή σε ξένους τόπους, με γνώμονα το εθιμοτυπικό, τις συνήθειες και τις καθιερωμένες αντιλήψεις, ωστόσο εδράζει η επίμονη νοερή επιστροφή στις ρίζες με την υιοθέτηση των καθολικών πιστεύω, την εφαρμογή των ηθικών στερεότυπων και ιδανικών. Το ποίημα του Κωνσταντίνου Μ. Κώτσου, «Το χαλί της Δέσποινας» (σε μετάφραση της Κατερίνας Αγγελάκη- Ρουκ), ανατρέχει σε εικόνες της καταστροφής της Σμύρνης το 1922, αποδίδοντας τιμή υπόμνησης στους παππούδες απ’ τη μεριά του πατέρα του.
Στα αποσπάσματα των κειμένων του Νίκου Λιψάνου κυριαρχεί η προσφυγή στην ελληνική μυθολογία. Ο Μιχάλης Λυμπερόπουλος με το αφήγημά του, «Εν πολέμω», ανασύρει μνήμες απ’ την εισβολή στην Κύπρο του Ιουλίου 1974, καταθέτοντας έναν αυθεντικό προβληματισμό για κάθε περίπτωση καταπάτησης εδαφών και αναίρεσης ελευθεριών και ανατρέχοντας και στην εισβολή των Περσών στην Αθήνα το 480 π.Χ. Στα αποσπάσματα γραφής του Δημήτρη Μουστάκη ενδεικτική είναι η παρουσία της μάνας, η νοσταλγία στο πεδίο της ξενιτιάς, αλλά και οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες με τα επιτεύγματά τους, ο αγώνας του ανθρώπου για επιβίωση και αναβάθμιση της ποιότητας ζωής. Στην έκδοση αυτή συμπεριλαμβάνεται και η ποιητική σύνθεση της Ελευθερίας Μπέλμπα, «Οδοιπορικό στη γραμμή του θέρους (επιστολή στον Ίωνα)».
Επιπλέον στα ποιήματα της Λίλης Μπίτα παρουσιάζεται ένας προβληματισμός για τις συνθήκες ζωής στην πατρίδα, τον βιοποριστικό αγώνα του ατόμου, το αίνιγμα της ζωής, την υπαρξιακή αγωνία που σχετίζεται με την εύρεση ηθικού προορισμού μέσα από μια λυρική περιδιάβαση στο αναλλοίωτο ελληνικό τοπίο και τα δημιουργήματα της τέχνης. Διαβάζοντας εξάλλου τα κείμενα της Σεβαστής Μπούρα- Μπούτου, διαπιστώνουμε την καταγραφή αντιλήψεων αναφορικά με την τέχνη του λόγου, το πέρασμα του χρόνου με τις μεταλλάξεις του, εθνικά ιδεώδη, την αξία της παράδοσης και την αυτοκριτική του σκεπτόμενου νου μέσα απ’ τη διαδικασία ενδοσκόπησης.
Στα κείμενα του Παντελή Π. Ξανθίδη, που έχουν τη μορφή άρθρων και εντούτοις γίνονται το έναυσμα για περαιτέρω κοινωνικούς προβληματισμούς, ο αναγνώστης παρακολουθεί στιγμιότυπα από τους ολυμπιακούς αγώνες του 2004 και την αναζήτηση της ιδέας του ολυμπισμού στην εποχή μας, τα ζητήματα της εργασίας, της βίας, του αθλητισμού που μας κάνει εθνικά περήφανους, της ανεξιθρησκίας, της ρύπανσης της ατμόσφαιρας και τελικά της θέσης που έχει η πατρίδα στις καρδιές όλων μας. Στα ποιήματα της Ρεγγίνας Παγουλάτου επικρατεί ως αστείρευτη πηγή έμπνευσης η σημασία του ελληνισμού με την εθνική ιστορία, τα κατορθώματα των ηρώων, τις θυσίες και τις απώλειες συνάμα με τη θέση των ηθικοπνευματικών ιδεών της κληρονομιάς μας στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο πολιτισμό.
Ο Νίκος Παλαμήδης με τα αποσπάσματα των έργων του επεκτείνεται σε θέματα, όπως η συνένωση των μελών της οικογένειας, ο διάλογος μεταξύ διαφοροποιημένων γενεών, η εμπειρία της ιστορικής συγκυρίας στο σύγχρονο γίγνεσθαι, οι αλληλεπιδράσεις του κόσμου στο διεθνές προσκήνιο, οι πολιτικές στρατηγικές μέσω της εντύπωσης του ανθρώπου που έζησε στο εξωτερικό. Ο Παντελής Παλαμήδης μάλιστα στα ποιήματά του που έχουν μελοποιηθεί πραγματεύεται τις υψηλές αξίες που τρέφουν τον ελληνισμό, την ευαισθησία του λαού μας, το φιλότιμο, τους κοινωνικούς αγώνες, την άφθαρτη πίστη και την ελπίδα για το μέλλον.
Συνακόλουθα στα αποσπάσματα των έργων του Γαβριήλ Παναγιωσούλη, ποιητικών και πεζών, κυριαρχεί αφενός η συμπύκνωση της φιλοσοφικής αλήθειας της ύπαρξης του ανθρώπου, αφετέρου η ανάλυση σχετικά με την πορεία της αυτοσυντήρησης του βασανισμένου απ’ τη στερήσεις Έλληνα, την προσπάθεια βελτίωσης της διαβίωσής του στο μοτίβο της αποδημίας. Επίσης στα έμμετρα ποιήματα της Άσπας Παπακωνσταντίνου πρωτοστατεί ο λυρισμός και διοχετεύονται ιδέες, όπως το πέρασμα του χρόνου και ο αντίκτυπος που αφήνει, οι διαφοροποιήσεις στις ανθρώπινες σχέσεις, η αξία της τέχνης και ο προσδιορισμός της ιδιαιτερότητας του δημιουργού, η επίδραση της φύσης στην ατομική ψυχοσύνθεση, η θεμελιακή σημασία της πατρίδας.
Η Λένα Παππά με τα κείμενά της σχηματοποιεί εκδοχές των ανθρώπινων επιλογών της σύγχρονης διαβίωσης, όπως η περιθωριοποίηση, η υλική ένδεια, η μοναξιά και η προσφορά αγάπης. Ο Νίκος Γ. Πιπέρης εξάλλου ανατρέχει στο παραδοσιακό πλαίσιο, για να δηλώσει το συσχετισμό του ατόμου με το θάνατο, τις θρησκευτικές δοξασίες, τη συναίσθηση της απόγνωσης, τις εκδηλώσεις ανθρωπισμού τελικά που διασώζουν τις πιο ευγενείς ιδέες.
Στο αφήγημά του ο Γεώργιος Πλακιάς, «Οδός Αργυροκάστρου, Αριθμός Μηδέν», πραγματεύεται το θέμα του Εμφυλίου πολέμου και τις επιπτώσεις του στους κοινωνικούς και οικονομικούς συσχετισμούς, επίσης το πλάνο στη μετεμφυλιακή Ελλάδα σε συνδυασμό με το αδιέξοδο εργασιακό καθεστώς και τον άνισο αγώνα της επιβίωσης που υποκίνησε το μεταναστευτικό ρεύμα και συνακόλουθα τη διάψευση των ελπίδων των επαναπατριζόντων. Στα πεζά κείμενα του Ηλία Στεργιόπουλου καταγράφονται οι αρνητικές μνήμες απ’ τον Εμφύλιο σπαραγμό και τα πολλαπλά τραύματα του λαού, με την οικονομική ανέχεια και τις κοινωνικές ανατροπές. Στα ποιήματά του εδρεύει ο εξομολογητικός τόνος, η ανασκόπηση του παρελθόντος και το εσωτερικό βίωμα.
Η Γιώτα Στρατή στα ποιήματά της προβάλλει το αίτημα για ανάδειξη της ελπίδας στη ζωή μας, την απέχθεια απέναντι στη μαζική βία, τις μνήμες που καθοδηγούν την αντίληψη και την προσωπική πορεία του ατόμου, την ευαισθησία που πηγάζει από τον προσδιορισμό της αξίας της πατρίδας, με την ιστορική σημασία της και την ευρυθμία του φυσικού τοπίου της. Στα ποιήματα, με τίτλο «Λευκά ταξίδια», αποδίδεται η έννοια της διεύρυνσης του χρόνου, της ενδοσκόπησης, της ποιητικής διεργασίας, αλλά και μεγεθύνεται το ψυχικό άλγος του ατόμου που λειτουργεί με ενεργή συνείδηση. Στα ποιήματα του Μάκη Τζιλιάνου εξάλλου επισφραγίζεται η συμβολή της θύμησης στην αποτίμηση των πραγμάτων και σμιλεύεται ένα διαυγές ελληνικό τοπίο διανθισμένο με αξίες ηθικοπνευματικές και στιγμιότυπα του τρόπου διαβίωσης.
Στα αφηγήματα του Παναγιώτη Τρανούλη κυριαρχεί το ύφος της εξομολόγησης, εξαίρεται η οικογενειακή συνένωση, γραφικές παραστάσεις της παραδοσιακής ελληνικής υπαίθρου, αλλά και οι εργασιακές διεκδικήσεις, ο αγώνας για την επιβίωση, η κοινωνική κρίση, η έλλειψη ανθρωπισμού και αλληλεγγύης. Διαβάζοντας τα ποιήματα της Χριστίνας Τσαρδίκου πιστοποιείται η έμφαση στο «εγώ», η εσωτερική αναζήτηση, η απομόνωση σε συνάφεια με την αυθεντική φιλοπατρία που εγείρει την πηγαία συγκίνηση.
Η Βλάζια Φαϊδά στα ποιήματά της αξιοποιεί το ελληνικό ιστορικό παρελθόν, τα θρησκευτικά ιδεώδη, τη νοσταλγία του φυσικού σχήματος και τη θλίψη του ατόμου εξαιτίας της πτώσης των αξιών. Στο αφήγημα του Βάιου Φασούλα, «Λενιώ, αγάπη μου», καταγράφεται λυρικά το γραφικό ελληνικό φυσικό σύστημα που με τις μεταβολές του επιδρά στον ψυχισμό του ατόμου. Στα ποιήματά του επίσης κατατίθεται ο προβληματισμός του Έλληνα της διασποράς για το μέλλον της πατρίδας του, οι μνήμες που πρωτοστατούν στην αντικειμενική αξιολόγηση του παρόντος, η φιλοσοφική διάσταση του θανάτου, τα βάσανα και οι καημοί του ελληνισμού, η διάθεση αφύπνισης της εφησυχασμένης συνείδησης του αμέτοχου, αδιάφορου πολίτη μπροστά στα αδιέξοδα και ο σύγχρονος προβληματισμός του σκεπτόμενου ατόμου στην οικουμενική κοινωνία.
Τα ποιήματα του Χρήστου Φασούλα διαπνέονται από αντιλήψεις αναφορικά με τον έρωτα, τον αποχωρισμό, την οντολογική μοναξιά που συνυφαίνεται με τις αναμνήσεις και την ευαισθησία σχετικά με την κατάργηση της συναισθηματικής δέσμευσης. Επιπρόσθετα η Άννα Χρηστάκη Κόρνουελ στα ποιήματά της ανιχνεύει τη θλίψη εξαιτίας της διάψευσης των προσδοκιών, της ερήμωσης του οικοσυστήματος και της καταλυτικής αποξένωσης του ατόμου.
Γενικά στην «4η Ανθολογία της Ε.Ε.Λ.Σ.Π.Η.» αναγνωρίζονται οι διαφορετικές απηχήσεις της σημασίας της ελληνικότητας σε συνδυασμό με το παρελθόν, τα πιστεύω που μορφοποίησαν πολλές γενιές, το ζωντανό πολιτισμό πέρα κι από τα όρια της χώρας μας. Έκδηλο είναι και το σύγχρονο πλαίσιο των ιδεωδών της πολυπολιτισμικότητας που επιδρούν στη συνείδηση του νεοέλληνα. Συνάμα καθορίζεται η επιρροή του ελληνισμού στα παγκόσμια αισθητικά δεδομένα, το κοινωνικό ιδεολογικό υπόβαθρο της εποχής και η αλληλοδιείσδυση στις παρακαταθήκες των λαών.
Έδεσσα, Νοέμβρης 2009
Ελευθερία Μπέλμπα
φιλόλογος, ποιήτρια, κριτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ τα σχόλια να γίνονται μόνον επώνυμα!